informe

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
informe informes

informe (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Une masse informe. Μια άμορφη μάζα.

---

Επίθετο

[επεξεργασία]

informe (it)