preti

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
ρήμα preti
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας pretas pretanta pretata
αόριστος pretis pretinta pretita
μέλλοντας pretos pretonta pretota
υποθετική pretus - -
προστακτική pretu - -

preti (eo)

se vi pretus iom helpi, εάν ήσασταν έτοιμος να βοηθήσετε/εάν θέλατε να βοηθήσετε
la verko ankoraŭ ne pretas, το έργο δεν είναι ακόμη έτοιμο