that's
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία 1
[επεξεργασία]Ετυμολογία 2
[επεξεργασία]Συγχώνευση 1
[επεξεργασία]- (αυτός) είναι
- ↪ That's a good idea.
- Αυτή είναι καλή ιδέα.
- ↪ I was busy and that's why I did not go on an excursion.
- Ήμουν απασχολημένος και γι΄ αυτό δεν πήγα εκδρομή.
- → δείτε τον όρο 's
- ↪ That's a good idea.
Ετυμολογία 3
[επεξεργασία]Συγχώνευση 2
[επεξεργασία]- (αυτός) ήταν, που έχει
- ↪ That's been a problem.
- Αυτό ήταν ένα πρόβλημα.
- ↪ The video that's gone viral.
- Το βίντεο που έχει γίνει viral.
- → δείτε τον όρο 's
- ↪ That's been a problem.
Πηγές
[επεξεργασία]- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 728. ISBN 9780194325684., λήμμα: που