dans

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Πρόθεση

[επεξεργασία]

dans (fr)

  1. μέσα



Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

dans (nl) κοινό



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

dans (ro) ουδέτερο

  1. χορός



Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

dans (sv)



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

dans (tr)